πετράσι

πετράσι
πετράς
fourth day
fem dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Πετράσι, Γκοφρέντο — (Petrassi, Ζαγκαρόλο, Ρώμη 1904). Ιταλός συνθέτης. Παιδί ακόμα, επτά ετών, ήταν ψάλτης στη Ρώμη, στη Σκόλα Καντόρουμ της εκκλησίας του Σαν Σαλβατόρε ιν Λάουρο. Αργότερα, παρακολούθησε μαθήματα στην Ακαδημία της Αγίας Κεκιλίας, παίρνοντας δίπλωμα… …   Dictionary of Greek

  • ορατόριο — Μουσική σύνθεση, θρησκευτικού γενικά χαρακτήρα, παραπλήσια με την όπερα, αλλά χωρίς σκηνική δράση, σκηνικά και κοστούμια. Με τη μορφή αυτή, το ο. επιβλήθηκε τα πρώτα χρόνια του 17ου αι. ως συνέχεια της μεσαιωνικής λάουντας (αίνος) και των… …   Dictionary of Greek

  • τσέμπαλο — (Μουσ.). Έγχορδο μουσικό όργανο με ταστιέρα, όμοιο στο σχήμα με το πιάνο με ουρά. Οι χορδές χτυπιούνται με γλωσσίδια (μύτες από φτερά κόρακα ή, σπανιότερα, από δέρμα), στερεωμένα στα λεγόμενα σαλταρέλι, μικρά ξύλινα μπαστουνάκια κάθετα στο πίσω… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”